- ἐπεύχιον
- ἐπεύχ-ιον, τό, prop.A praying-carpet or rug: hence, generally, rug, Eust.1056.64, Sch.Ar.Pl.528.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
επεύχιον — ἐπεύχιον, το (Μ) μικρό χαλί ή άλλο τεμάχιο χοντρού υφάσματος στο οποίο γονάτιζε ο πιστός για να προσευχηθεί … Dictionary of Greek
ἐπεύχιον — praying carpet neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπεύχια — ἐπεύχιον praying carpet neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεύκι — Oνομασία 2 οικισμών. 1. Μικρός ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 300 μ.), στην πρώην επαρχία Ολυμπίας, του νομού Ηλείας. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Αλιφείρας. 2. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 5 μ.), στην πρώην επαρχία Ιστιαίας. Υπάγεται διοικητικά… … Dictionary of Greek